Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

Ο Λαμαρτίνος στο Ναύπλιο του 1832

Ο Αλφόνσος Λαμαρτίνος (Alphonse de Lamartine 1790 – 1869), γνωστός από το έργο του «Ποιητικοί Στοχασμοί» , έργο  που θεωρήθηκε ορόσημο του ρομαντισμού, το 1832 πραγματοποίησε ένα ταξίδι αναψυχής στην Ανατολή, με βασικούς σταθμούς την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Συρία και τον Λίβανο.
Τότε, η πολύ πρόσφατα απελευθερωμένη Ελλάδα παρουσιάζει εικόνα ερήμωσης και καταστροφής. Αυτήν την Ελλάδα θα δει ο ποιητής και θα την αποτυπώσει στο ημερολόγιο καταστρώματος που κρατάει, αρχίζοντας από τις  ακτές του Ναυαρίνου, όπου φτάνει στις 6 Αυγούστου. Οι ταξιδιωτικές εξιστορήσεις του εκδόθηκαν σχεδόν αμέσως,  το 1835, σε τετράτομο έργο με τον τίτλο,  «Souvenirs impressions, pensées et paysages pendant un voyage en Orient (1832-1833) ou notes d’un voyageur, par M. Alphonse de Lamartine, membre de l’Académie Française En quatre volumes Paris Librairie de Charls Gosselin, Librairie de Furne, 1835», κυρίως για οικονομικούς λόγους. Το έργο γνωρίζει τεράστια επιτυχία, το 1841 παίρνει τον οριστικό τίτλο  «Voyage en Orient», και ως το 1868 τυπώνεται πάνω από δεκαπέντε φορές. Ας δούμε τη γράφει  οΛαμαρτίνος για την Αργολίδα και ειδικότερα για το Ναύπλιο, τον Αύγουστο του 1832. 


Alphonse de Lamartine - Πίνακας του Decaisne (1839).
[...] Μπαίνουμε σ’ έναν ευρύχωρο κόλπο, είναι ο Αργολικός κόλπος· έχουμε τον άνεμο πίσω μας και τρέχουμε γρήγορα σαν γλάροι που πετούν· τα βράχια, τα βουνά, τα νησιά των δύο παραλιών φεύγουν μπροστά μας σαν σκοτεινά σύννεφα. Νυχτώνει· διακρίνουμε κιόλας τον βυθό του κόλπου, μολονότι έχει δέκα λεύγες βάθος· τα κατάρτια τριών στόλων που είναι αγκυροβολημένοι μπροστά στο Ναύπλιοδιαγράφονται σαν χειμωνιάτικο δάσος με φόντο τον ουρανό και την πεδιάδα τουΆργους.
Σε λίγο σκοτεινιάζει εντελώς· ανάβουν φωτιές στις πλαγιές των βουνών και στα δάση όπου οι Έλληνες βοσκοί φυλάνε τα κοπάδια τους· τα πλοία ρίχνουν τον βραδινό κανονιοβολισμό. Βλέπουμε διαδοχικά τη λάμψη από τις μπουκαπόρτες των εξήντα αραγμένων σκαφών, όμοια με τους δρόμους μιας μεγαλούπολης η οποία φωτίζεται από τα φανάρια της· μπαίνουμε σ’ αυτόν τον λαβύρινθο των πλοίων και ρίχνουμε άγκυρα αργά τη νύχτα κοντά σ’ ένα μικρό φρούριο που προστατεύει τον όρμο του Ναυπλίου, απέναντι από την πόλη, κάτω από τη σκιά του κάστρου του Παλαμηδιού.

9 Αυγούστου 1832
Σηκώνομαι με την ανατολή του ήλιου για να δω επιτέλους από κοντά τον Αργολικό κόλπο, το Άργος, το Ναύπλιοτη σημερινή πρωτεύουσα της Ελλάδας. Τέλεια απογοήτευση: το Ναύπλιο είναι μια άθλια κωμόπολη, χτισμένη στο άκρο ενός βαθιού και στενού κόλπου, πάνω σε μια λουρίδα γης πεσμένη από τα ψηλά βουνά που δεσπόζουν σε όλη την ακτή· τα σπίτια δεν έχουν κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό· έχουν το σχήμα των πιο κοινών χωριάτικων κατοικιών της Γαλλίας ή της Σαβοΐας.
Τα περισσότερα είναι κατεστραμμένα και οι τοίχοι τους, γκρεμισμένοι από τις κανονιές του τελευταίου πολέμου, βρίσκονται ακόμα σωριασμένοι καταμεσής του δρόμου. Στην παραλία υψώνονται δυο-τρία καινούργια σπίτια, βαμμένα με χτυπητά χρώματα, ενώ μερικά καφενεία και ξύλινα μαγαζιά είναι χτι σμένα πάνω σε πασσάλους που προχωρούν μέσα στη θάλασσα: αυτά τα πλωτά καφενεία και οι εξέδρες είναι κατειλημμένα από μερικές εκατοντάδες Έλληνες που φορούν τις πιο επιτηδευμένες αλλά και τις πιο βρόμικες φορεσιές· καθισμένοι ή ξαπλωμένοι στα σανίδια ή πάνω στην άμμο σχηματίζουν διάφορες γραφικές ομάδες.


Οι φυσιογνωμίες είναι ωραίες, αλλά θλιμμένες και άγριες· το βάρος της αργίας φαίνεται σε κάθε τους στάση. Η τεμπελιά των Ναπολιτάνων είναι γλυκιά, ήσυχη και εύθυμη: είναι η νωχέλεια της ευτυχίας· η τεμπελιά αυτών των Ελλήνων είναι βαριά, δύσθυμη, σκυθρωπή· είναι ένα ελάττωμα που αυτοτιμωρείται. Αποστρέφουμε το βλέμμα μας από το Ναύπλιο, για να θαυμάσουμε το όμορφο κάστρο του Παλαμηδιού· κυριαρχεί σ’ ολόκληρο το βουνό που υψώνεται πάνω από την πόλη· τα τείχη με τις επάλξεις είναι σαν τη δαντελωτή επιφάνεια ενός φυσικού βράχου.
Πού είναι όμως το Άργος; Ένας απέραντος κάμπος, άγονος και γυμνός, σπαρμένος με έλη, απλώνεται και στρογγυλεύει στο βάθος του κόλπου, περιτριγυρισμένος από γκρίζες οροσειρές. Στο βάθος του κάμπου, σε απόσταση δύο λευγών περίπου προς το εσωτερικό, διακρίνουμε ένα ύψωμα που έχει στην κορφή του μερικά οχυρωματικά τείχη και προστατεύει με τη σκιά του μια γκρεμισμένη κωμόπολη: αυτό είναι το Άργος.
Λίγο πιο πέρα βρίσκεται ο τάφος του Αγαμέμνονα. Τι με ενδιαφέρει όμως ο Αγαμέμνων και το βασίλειό του; Αυτές οι ιστορικές και πολιτικές παρελθοντολογίες έχασαν το ενδιαφέρον του καινούργιου και του αληθινού. Το μόνο που θα ‘θελα να δω είναι μια κοιλάδα της Αρκαδίας· προτιμώ ένα δέντρο, μια πηγή στα ριζά του βράχου, μια ροδοδάφνη στην όχθη ενός ποταμού, κάτω από την γκρεμισμένη καμάρα μιας γέφυρας σκεπασμένης με κληματσίδες, παρά το μνημείο κάποιου κλασικού βασιλείου που δεν ανακαλεί πια τίποτα στον νου μου, εξόν από την πλήξη την οποία μου έδωσε στα παιδικά μου χρόνια.

10 Αυγούστου 1832
Περάσαμε δύο μέρες στο Ναύπλιο· η Τζούλια [η κόρη του] με ανησυχεί πάλι. Θα μείνω λίγες μέρες ακόμα εδώ ώσπου να γίνει εντελώς καλά. Μένουμε στη στεριά, στο δωμάτιο ενός άθλιου πανδοχείου, απέναντι από έναν ελληνικό στρατώνα. Οι στρατιώτες είναι όλη μέρα ξαπλωμένοι κάτω από τη σκιά των ξεχαρβαλωμένων τοίχων, μέσα στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης· οι φορεσιές τους είναι πλούσιες και γραφικές· στα χαρακτηριστικά τους έχουν αποτυπωθεί η αθλιότητα, η απελπισία και όλα τα άγρια πάθη που ανάβει και συδαυλίζει στις άγριες ψυχές οεμφύλιος πόλεμος. Αυτόν τον καιρό στον Μοριά βασιλεύει τέλεια αναρχία.
Οι φατρίες αλληλοεξοντώνονται συνεχώς και ακούμε τις τουφεκιές των Κλεφτών και των Κολοκοτρωναίων, που πολεμούν από την άλλη πλευρά του κόλπου ενάντια στα κυβερνητικά στρατεύματα. Κάθε φορά όπου έρχεται ταχυδρομείο από τα βουνά, μαθαίνουμε για μια πυρκαγιά σε κάποια πόλη, για τη λεηλασία μιας πεδιάδας, για τη σφαγή ενός πληθυσμού από τη μια ή την άλλη μερίδα που καταστρέφουν την ίδια τους την πατρίδα. Δεν μπορείς να βγεις από το Ναύπλιο χωρίς να κινδυνέψεις να φας καμιά τουφεκιά.
Ο πρίγκιπας Καρατζάς* έχει την καλοσύνη να μου παραχωρήσει μια συνοδεία από τα παλικάρια του για να πάω να επισκεφτώ τον τάφο του Αγαμέμνονα, και ο στρατηγός Κορμπέ,** που διοικεί τα γαλλικά στρατεύματα, βάζει κι αυτός ένα δικό του στρατιωτικό απόσπασμα· αρνούμαι· δεν θα ‘θελα, από ένα κενό ενδιαφέρον για κάποιο αξιοθέατο, να βάλω σε κίνδυνο τη ζωή μερικών ανθρώπων, είναι κάτι που δεν θα συγχωρούσα ποτέ στον εαυτό μου.

12 Αυγούστου 1832 
Η Εθνοσυνέλευση της Πρόνοιας που επικύρωσε το 1832 την εκλογή του Όθωνα στον ελληνικό θρόνο. François Marie Joseph Estourmel.
Σήμερα το πρωί παρακολούθησα μια συνεδρίαση του ελληνικού κοινοβουλίου.*** Η αίθουσα είναι ένα ξύλινο υπόστεγο· οι τοίχοι και η στέγη είναι φτιαγμένα από σανίδες έλατου που χάσκουν· οι βουλευτές κάθονται σε ψηλούς πάγκους, ολόγυρα σ’ ένα αλώνι από άμμο, και μιλούν από τη θέση τους. Καθόμαστε πάνω σ’ έναν σωρό από πέτρες στην είσοδο της αίθουσας, για να τους δούμε που θα ‘ρχονται. Καταφθάνουν ο ένας ύστερα από τον άλλον, καβάλα στο άλογο, και με συνοδεία μεγαλύτερη ή μικρότερη ανάλογα με τη σπουδαιότητα του αρχηγού. Ο βουλευτής ξεπεζεύει, ενώ τα παλικάρια του, αρματωμένα με θαυμάσια όπλα, μαζεύονται λίγο πιο πέρα σ’ έναν μικρό χώρο που περιβάλλει την αίθουσα.
Αυτός ο χώρος μοιάζει με στρατόπεδο ή με καραβάνι. Το ύφος των βουλευτών είναι αρειμάνιο και αγέρωχο· μιλούν δίχως να μπερδεύουν τα λόγια τους, χωρίς διακοπές, με φωνή συγκινημένη αλλά σταθερή, μετρημένη και αρμονική. Δενέχουν καμιά σχέση με εκείνα τα άγρια, απωθητικά πρόσωπα που είδαμε στους δρόμους του Ναυπλίου· είναι οι αρχηγοί ενός ηρωικού λαού, οι οποίοι κρατούν ακόμα στο χέρι το τουφέκι ή το σπαθί που χρησιμοποίησαν λίγο νωρίτερα για να τον απελευθερώσουν, και τώρα συζητούν όλοι μαζί για να βρουν τον τρόπο που θα εξασφαλίσει την εδραίωση της ελευθερίας τους. Το κοινοβούλιό τους είναι πολεμικό συμβούλιο.
Δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί τίποτα πιο απλό και συνάμα πιο επιβλητικό από το θέαμα αυτού του οπλισμένου έθνους που συζητάει πάνω στα ερείπια της πατρίδας του, κάτω από έναν σανιδένιο θόλο ο οποίος υψώνεται καταμεσής στα χωράφια, ενώ οι στρατιώτες γυαλίζουν τα άρματά τους στην είσοδο αυτής της συγκλήτου και τα άλογα χλιμιντρίζουν ανυπομονώντας να ξαναπάρουν τα μονοπάτια των βουνών. Ανάμεσα στους αρχηγούς συναντάς θαυμάσια πρόσωπα, ωραία, έξυπνα, ηρωικά: είναι οι βουνίσιοι. Αναγνωρίζεις εύκολα τους Έλληνες νησιώτες εμπόρους από τα θηλυπρεπέστερα χαρακτηριστικά τους, από την καπατσοσύνη που εκφράζει η φυσιογνωμία τους. Το εμπόριο και το καθισιό μέσα στις πόλεις αφαίρεσαν από το πρόσωπό τους κάθε ευγένεια και δύναμη, για να αποτυπώσουν τη σφραγίδα της χυδαίας επιτηδειότητας και της πονηριάς που τους χαρακτηρίζει.

13 Αυγούστου 1832
Όμορφη γιορτή που έδωσε στο πλοίο του ο ναύαρχος Χόθαμ, κυβερνήτης του αγγλικού στόλου στον όρμο του Ναυπλίου· μας ξεναγεί στο καράβι του με τα τρία καταστρώματα, το Σαιν-Βενσάν, και δίνει εντολή στα πληρώματα να αναπαραστήσουν μια ναυμαχία. Να βλέπεις ένα πλοίο με χίλιους εξακόσιους άντρες, και μάλιστα την ώρα της μάχης, είναι το αριστούργημα της ανθρώπινης νοημοσύνης.
Εξαίρετος άνθρωπος, στο πρόσωπο και τους τρόπους του σμίγουν σ’ ένα σπάνιο συνταίριασμα η ευγένεια του παλαιού πολεμιστή και η καλοσυνάτη γλυκύτητα του φιλόσοφου, κοινό χαρακτηριστικό των ωραίων αντρικών φυσιογνωμιών της αγγλικής αριστοκρατίας. Προσφέρεται να μας δώσει ένα από τα πολεμικά του σκάφη για να μας συνοδέψει ως τη Σμύρνη. Αρνούμαι και ζητώ αυτή την εξυπηρέτηση από τον ναύαρχο Υγκόν, κυβερνήτη του γαλλικού στόλου.
Συμφωνεί να μας δώσει το μπρίκι το Πνεύμα που το κυβερνάει ο πλοίαρχος Κουνέο ντ’ Ορνάνο· δεν θα μας συνοδέψει όμως πάρα μόνο ως τη Ρόδο. Δειπνώ στο σπίτι του κυρίου Ρουέν, πρεσβευτή της Γαλλίας στην Ελλάδα· παραλίγο να την είχα εγώ αυτή τη θέση την εποχή της Παλινόρθωσης. Με συγχαίρει που δεν την πήρα. Ο κύριος Ρουέν, που έζησε στο Ναύπλιο όλες τις κακές ημέρες της ελληνικής αναρχίας, λαχταράει να απαλλαγεί από αυτή τη θέση. Παρηγοριέται για τις αυστηρές συνθήκες της εξορίας του με το να υποδέχεται τους συμπατριώτες του και να εκπροσωπεί, με τέλεια άνεση και εγκαρδιότητα, την υψηλή προστασία της Γαλλίας προς μία χώρα που πρέπει να την αγαπάς για το παρελθόν και για το μέλλον της[...].

Υποσημειώσεις



* Επιφανής οικογένεια Φαναριωτών. Εδώ πρόκειται μάλλον για τον Κωνσταντίνο Καρατζά, γιο του Ιωάννη, που είχε σταλεί από τον πατέρα του με πολεμοφόδια στο Ναυαρίνο. Απογοητευμένος από τα αποτελέσματα της Συνέλευσης της Επιδαύρου, έφυγε από την Ελλάδα, όπου ξαναγύρισε μετά την απελευθέρωση.
** Ο Γκυγιώμ Κορμπέ (1779-1842) ακολούθησε τον στρατηγό Μαιζών στην Πελοπόννησο και έγινε διοικητής του Ναυαρίνου, της Μεσσηνίας και τουΝαυπλίου. Το 1831 ανέλαβε την αρχηγία των γαλλικών στρατευμάτων της Πελοποννήσου και το 1832, λίγο μετά τη διέλευση του Λαμαρτίνου από το Ναύπλιο, επέστρεψε στη Γαλλία.
*** Ο Γάλλος κόμης d’ Estourmel (Εστουρμέλ), ο οποίος ταξίδεψε στην Ελλάδα το 1832, στο βιβλίο του Journal d’un voyage en Orient, Paris, 1844, αναφέρεται στην Εθνοσυνέλευση της Πρόνοιας, που επικύρωσε το 1832 την εκλογή τουΌθωνα στον ελληνικό θρόνο. Ο περιηγητής έφτασε πολύ κοντά στο σημείο των συνεδριάσεων και γράφει: «Υπάρχει κάτι παράξενο και γραφικό σ΄ αυτή τη σύναξη των εκπροσώπων του ελληνικού λαού κάτω από ένα υπόστεγο στο ύπαιθρο, τόσο κοντά στην πρωτεύουσα του Αγαμέμνονα. Παρακολουθώ τις συνεδριάσεις. Δεν καταλαβαίνω βέβαια αυτά που λένε οι αξιότιμοι βουλευτές…. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν εγκαταλείψει τις ωραίες ενδυμασίες τους και υιοθέτησαν τα φράγκικα ρούχα».  

Πηγές


  • «Τρεις Γάλλοι ρομαντικοί στην Ελλάδα – Λαμαρτίνος, Νερβάλ, Γκωτιέ», Μετάφραση: Μέντζου Βάσω, Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα, 1990.
  • Lamartine Alphonse de, «Voyage en Orient», Paris, 1855.
  • Αφροδίτη Κουρία, «Το Ναύπλιο των περιηγητών», έκδοση Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, Αθήνα, 2007.
  • Estourmel Joseph de (Comte), «Journal d’un voyage en Orient», Paris, 1844.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου