Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Ουγγαρία: Ανησυχία για την διακοπή διαπραγματεύσεων με Ε.Ε.-ΔΝΤ

Μπορεί ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας της Ουγγαρίας Γκιέργκι Μάτολτσι να διαβεβαίωνε το μεσημέρι της Δευτέρας, σε συνέντευξη Τύπου στη Βιέννη ότι η οικονομική σταθερότητα της χώρας του δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο εξαιτίας της αναστολής των διαπραγματεύσεων με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να ανακοίνωνε την επιστροφή της αντιπροσωπείας του στην ουγγρική πρωτεύουσα τον μεθεπόμενο μήνα, όμως αναλυτές στη Βουδαπέστη κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, με το φιορίνι να υποχωρεί σημαντικά έναντι του ευρώ, το γενικό δείκτη του Χρηματιστηρίου να βυθίζεται και τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων να εκτινάσσονται στα ύψη.


Οι ίδιοι θεωρούν πως άμεσες θα είναι οι αντιδράσεις του επιχειρηματικού κόσμου, με την εμπιστοσύνη των επενδυτών να έχει ήδη κλονιστεί, ενώ απρόβλεπτες αναμένουν τις αντιδράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τους οίκους πιστωτικής αξιολόγησης να είναι έτοιμοι να αναλάβουν δράση.


Αναφερόμενος στην «έκπληξη» που προκάλεσε στους ουγγρικούς επιχειρηματικούς κύκλους η αναστολή των διαπραγματεύσεων και η αναχώρηση της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ, ο πρόεδρος του Ουγγρικού Κέντρου Έρευνας και Μελετών, Αντρας Βέρτες, τόνιζε σήμερα πως η ενέργεια αυτή σηματοδοτεί την τακτική που προτίθεται να ακολουθήσει η νέα κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν στην Ευρώπη, αλλά και τη μελλοντική πορεία της μεσοπρόθεσμα στον τομέα της συνεργασίας, ξεχνώντας η ίδια πως η ΕΕ είναι σε θέση να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στην Ουγγαρία επιβάλλοντας κυρώσεις και περικόπτοντας επιδοτήσεις.


Από την πλευρά του ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αρχηγός των Ούγγρων Σοσιαλιστών, Ατίλα Μεστερχάζι, απηύθυνε σήμερα έκκληση στον πρωθυπουργό Ορμπάν να μην θέσει σε κίνδυνο την οικονομική σταθερότητα της χώρας, να εγγυηθεί τα συμφέροντά της ώστε να μείνει ακλόνητο το κύρος της στο εξωτερικό, ενώ, τονίζοντας την ανάγκη ενδυνάμωσης των επενδύσεων, ο ίδιος κατήγγειλε την ανικανότητα της νέας δεξιάς κυβέρνησης να διαχειριστεί μια συνήθη τυπική διαδικασία ελέγχου των οικονομικών της χώρας από το ΔΝΤ.


Ο σημερινός ουγγρικός Τύπος, στην πλειοψηφία του, κάνει λόγο για παταγώδη αποτυχία στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης - ΔΝΤ, του οποίου οι ιθύνοντες ήταν αντίθετοι στις αποφάσεις της νέας ουγγρικής κυβέρνησης για το «Οικονομικό πακέτο των 29 σημείων», υπογραμμίζοντας ότι τα μέτρα είναι πρόχειρα και δεν υπήρξε η κατάλληλη προετοιμασία. Το ΔΝΤ δεν συμφώνησε με την απόφαση για την φορολογία των Τραπεζών, ούτε με τις τροπολογίες που ετοιμάζει η κυβέρνηση για την μείωση των τιμών στους τομείς της θέρμανσης και της ενέργειας. Ζήτησε επίσης διαρθρωτικές αλλαγές το συντομότερο δυνατόν στους τομείς του χρηματοοικονομικού συστήματος, της δημόσιας υγείας και των μέσων μαζικής μεταφοράς.


Όλα αυτά σε συνδυασμό με την μη αποδοχή από την κυβέρνηση του όρου για μείωση του ελλείμματος στο 3% επί του ΑΕΠ για το 2011, τους υπολογισμούς του ΔΝΤ ότι οι πρόσφατες δηλώσεις του υπαρχηγού του κυβερνώντος κόμματος Ένωση Νεαρών Δημοκρατών, Λάγιος Κόζα, για χρεοκοπία, επιβάρυναν τον προϋπολογισμό κατά 150 δις Φιορίνια, εμπνέουν σοβαρούς κινδύνους για την ουγγρική αγορά, με τον ουγγρικό Τύπο να κάνει λόγο για «Μαύρη Δευτέρα» με μεγάλη πτώση του ουγγρικού Φιορινιού και βουτιά του δείκτη στο Χρηματιστήριο της Βουδαπέστης.


Ηδη αρχές Ιουνίου και βλέποντας να πλήττεται η αξιοπιστία της διεθνώς, αλλά και να ζημιώνει τη χώρα εξαιτίας της αναστάτωσης που είχε προκαλέσει σε διεθνείς αγορές, χρηματιστήρια και στο ευρώ η, προφανώς για μικροκομματικές σκοπιμότητες και για εσωτερική κατανάλωση κινδυνολογία της ως προς την ουγγρική οικονομία, η νέα δεξιά κυβέρνηση της Ουγγαρίας του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν είχε αναγκαστεί σε αναδίπλωσή της και σε στροφή 180 μοιρών. Μετά την αναδίπλωση εκείνη έσπευδε να δηλώσει ότι η κατάσταση της ουγγρικής οικονομίας είναι σταθερή και πως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να γίνεται παραλληλισμός με την ελληνική κρίση, κάτι που είχε δηλώσει ο Λάγιος Κόζα, ο οποίος, για να επιτεθεί στην προηγούμενη σοσιαλιστική κυβέρνηση διατεινόταν πως η χώρα βρίσκεται στο χείλος της χρεοκοπίας, αλλά και ότι η Ουγγαρία έχει λίγες πιθανότητες να αποφύγει την τύχη της Ελλάδας, ενώ τα οικονομικά της βρίσκονται σε πολύ χειρότερη κατάσταση απότι αναμενόταν.


Στις αντιδράσεις τους, οικονομικοί αναλυτές καταλόγισαν τότε βαρύτατες ευθύνες στην ηγεσία του κόμματος του πρωθυπουργού και τα λάθη της που οδήγησαν μέσα σε λιγότερο από ένα εικοσιτετράωρο σε αποσταθεροποίηση της χώρας και στην εξασθένηση του Φιορινίου. Οδήγησαν επίσης στη μεγάλη πτώση στο χρηματιστήριο της Βουδαπέστης, αλλά και σε χρηματιστήρια του εξωτερικού, όπως και στη μεγαλύτερη πτώση του ευρώ εδώ και τέσσερα χρόνια, ενώ συγχρόνως υπήρξε ένας κλονισμός της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών.


Επεμβαίνοντας ο ίδιος ο Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Όλι Ρεν, είχε απορρίψει την κινδυνολογία της ίδιας της ουγγρικής κυβέρνησης για επικείμενη πτώχευση της Ουγγαρίας, τονίζοντας πως η οικονομία της έχει ήδη εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης και απορρίπτοντας ως «παραπλανητικές» τις συγκρίσεις με την Ελλάδα. Ακόμη και η ιδιαίτερα συντηρητική «Νόιε Τσιούρχερ Τσάιτουνγκ» της Ελβετίας, κατήγγειλε την ουγγρική κυβέρνηση πως δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι έχει τελειώσει πλέον ο προεκλογικός αγώνας και η ίδια έχει ήδη στα χέρια της τις τύχες της χώρας. Η ίδια εφημερίδα καταλόγιζε στην κυβέρνηση Ορμπάν πως, παρά τους σχετικούς ισχυρισμούς της, δεν έχει παρουσιάσει στοιχεία και αριθμούς για τη δήθεν τεράστια βεβαρημένη κατάσταση της οικονομίας που η ίδια διατείνεται ότι κληρονόμησε από την προηγούμενη σοσιαλιστική κυβέρνηση. Η εφημερίδα υπενθύμιζε ακόμη, πως ήταν η προηγούμενη (1998-2002) κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν που συνέβαλε καθοριστικά στο έλλειμμα άνω του 8,5%, το οποίο η ίδια παρέδωσε τελικά στους Σοσιαλιστές, αποχωρώντας από την εξουσία το 2002, και πρόσθετε πως στο νέο κυβερνητικό σχήμα του κόμματός του βρίσκονται σε μεγάλο μέρος τα ίδια πρόσωπα. Ανέφερε ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον πρώην υπουργό Οικονομίας Γκιέργι Ματόλτσι, ο οποίος στη νέα κυβέρνηση είναι επικεφαλής του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, στο οποίο έχει ενσωματωθεί το υπουργείο Οικονομικών.


Η διεθνής χρηματοοικονομική κρίση είχε πλήξει από το τελευταίο τρίμηνο του 2008 πολλαπλά την ουγγρική οικονομία, προς σωτηρία της οποίας είχαν προστρέξει στα τέλη της ίδιας χρονιάς διεθνείς οργανισμοί, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, ενώ σειρά μαζικών μέτρων αναγκάσθηκε να λάβει η σοσιαλιστική κυβέρνηση της χώρας. Για την εκτόνωση αυτής της κρίσης, η οποία κατέστησε αναγκαία την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο προηγούμενος πρωθυπουργός, ο 41χρονος τεχνοκράτης Γκόρντον Μπαϊνάι, αναλαμβάνοντας πριν ένα χρόνο την κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών, είχε εφαρμόσει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας. Μεγάλο μέρος του ακριβού τιμήματος που πλήρωσαν οι Σοσιαλιστές στις πρόσφατες εκλογές, τόσο με την απώλεια της εξουσίας όσο και με τη συντριπτική ήττα τους (το ποσοστό τους, μόλις 19,3%, μειώθηκε στο μισό από εκείνο στις εκλογές του 2006) οφείλεται βέβαια στην εφαρμογή αυτού του προγράμματος που, από την άλλη πλευρά, κατά γενική ομολογία διεθνών αναλυτών, είχε επιτυχία, σώζοντας τη χώρα από μια σίγουρη χρεοκοπία. Βρισκόμενος αντιμέτωπος με τα δεδομένα αυτά, ο Βίκτορ Ορμπάν θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσει αρκετές από τις προεκλογικές υποσχέσεις του, οι οποίες χαρακτηρίζονταν πολλές φορές από αρκετή δόση λαϊκισμού, για τον οποίο ο ίδιος επανειλημμένα στο παρελθόν είχε επικριθεί, όχι μόνον από τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά και από παρατηρητές τόσο στην Ουγγαρία όσο και στο εξωτερικό.

Πηγή:  http://www.athina984.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου